Δευτέρα 16 Σεπτεμβρίου 2019

Συνηθισμένα πράγματα

Ακούγοντας στις τεσσεράμισι τα χαράματα τον μεταλλικό ήχο της αφύπνισης η πρώτη σκέψη που σου περνά απ΄ το νου, είναι ότι δεν αφορά εσένα. Η δεύτερη ακολουθεί με ιλιγγιώδη ταχύτητα: αν δεν σηκωθείς τώρα βλάκα, το παιχνίδι το΄ χεις χαμένο. Οπότε παραμερίζεις τους δόλιους πειρασμούς και κατευθύνεσαι μηχανικά στην καφετιέρα. Εκείνη την ώρα, μές΄ στο κατράμι, ακόμα κι ο ουρανός της Αθήνας, άμα κοιτάξεις ψηλά, έχει κάτι παρήγορα αστέρια που τρεμοσβήνουν. Δεν είναι για σένα, ξεκόβεις. Τα υπόλοιπα έχεις καιρό να τα ξεδιαλύνεις.
Αρχίζει να ξαλεγράρει κάπως το πράγμα στο πρώτο δρομολόγιο του τραμ. Τέμνονται εκεί για λίγο, περιστασιακά, δύο κόσμοι, σε καθεστώς αμοιβαίας αδιαφορίας. Τα βαγόνια είναι κατακλυσμένα από θορυβώδη πιτσιρικαρία που γυρνάνε απ΄ τα ορθάδικα της παραλιακής. Όμορφα κορίτσια με κοντά φορέματα και ψηλές γόβες που γέρνουν αποκαμωμένα και με επιτήδευση στο πλάϊ του διπλανού με τις κιλότες να φωσφορίζουν κι ανυποψίαστα αγόρια –κάποια λιγωμένα με ανεκπλήρωτο πόθο στο βλέμμα- όλα τους με χίλιες δυο έγνοιες. Αντί να ερωτεύονται, συζητάνε για τριτοβάθμιες εξισώσεις και για την  ύλη της αυριανής Ιστορίας. Γενιές που βγάζουν το προσωπικό τους «Βιετνάμ» στην άχαρη διαδρομή Σπίτι- Σχολείο- Φροντιστήριο. Την εφηβεία και τις εκρήξεις της που τώρα είναι σε καταστολή, την μεταθέτουν μετά, στο πρώτο έτος. Η Ελλάδα είναι μια χώρα που έχει καταργήσει την εφηβεία. Όμως οι σκέψεις αυτές είναι βαρειές για τέτοια ώρα. Οπότε επικεντρώνεσαι στη δική σου συνομοταξία.

Αποκαμωμένες καθαρίστριες και νυσταγμένες «αποκλειστικές» από τις Ανατολικές χώρες ως επί το πλείστον που γυρνάν απ΄ την φύλαξη, άχρωμοι σεκιουριτάδες που δεν τους δίνει καμία αίγλη η στολή εκείνες τις ώρες, η πρωινή βάρδια των αγουροξυπνημένων περιπτερούχων, πετσοκομμένα, δίχως καμία έπαρση αρσενικά και θηλυκά σερβιτοράκια-οι γυναίκες κοιτάζουν με μια μακρινή αδιαφορία τα νύχια τους- κωμικά αλεξίσφαιροι θαρρείς λαχειοπώλες, έτσι όπως φοράνε τα φτενά φωσβοριζέ γιλέκα τους, ρεμάλια που πηγαινοέρχονται χωρίς προορισμό γιατί στο τραμ έχει δροσιά, κομψές και «μη μου άπτου», ή και κωλοπετσομένες σε στυλ "δεν ανήκω εδώ"- αεροσυνοδοί ντυμένες στην πένα που κατηφορίζουνε με τα υπηρεσιακά καλτσόν τους τραβηγμένα για το μετρό του Συντάγματος με ιδιαίτερη επιμέλεια και οπωσδήποτε τα μαλλιά κοτσίδα από το σπίτι, όλα στην τρίχα, κάτι αταξινόμητες περιπτώσεις ανθρώπων που κρατούν συνήθως σφιχτά έναν φορητό υπολογιστή στα χέρια, ή κάτι τελοσπάντων, έτσι που νομίζεις πως άμα τους τον αφαιρέσεις δεν θα έχει μετά κανέναν προορισμό η ζωή τους, αλάνια σημαδεμένα που πηγαίνουν για ύπνο κρατώντας για ξεκάρφωμα έναν φραπέ στο χέρι, μπορεί και να μην  έχει στάση γι΄ αυτούς, και πρωινοί δημοσιογράφοι, που παρατηρούν όλον αυτόν τον ετερόκλητο εσμό που υπογείως φλέγεται και φανερά μιλάει - για όποιον έχει μάτγια- και μάλλον δεν έχουν τρόπο να τον περιγράψουνε και τραβάνε μετά υπηρεσιακώς για τη δουλειά τους επειδή συνήθως πρέπει αργότερα να κλείσουν κάπως οι σελίδες κι ο αρχισυντάκτης έχει τα χούγια του κι αδιαφορεί βαρύτατα κάθε φορά να λογαριάζει ξένα φορτία.
Μας πάει όλους εμάς στο μεταξύ, ο αυτάρεσκος τραμβαγέρης. Κανείς δεν τον μελετάει. Την πλάτη του όλοι βλέπουμε. Κι από τον τρόπο του συντονιζόμαστε κι εμείς. Έτσι κι αποφασίσει ξαφνικά να πατήσει φρένο, γύρευε τώρα ποιος θα σωθεί απο τις μετέωρες χειρολαβές. 

Δεν υπάρχουν σχόλια: