Κυριακή 27 Οκτωβρίου 2019

Είχα γράψει λίγο καιρό μετά από τις εθνικές εκλογές αυτό το ρεπορτάζ στην εφημερίδα «Δημοκρατία». Μέρες που΄ ναι, νομίζω, πως διατηρεί μιαν ορισμένη επικαιρότητα…


Το αναγκαστικό δάνειο που κατέβαλε στους Γερμανούς την περίοδο της κατοχής η Ελλάδα, φέρνει σήμερα από ένα παράξενο παιχνίδι της μοίρας τον Χρήστο Σταϊκούρα αντιμέτωπο με το παρελθόν του.
Από τη θέση του πολιτικού προϊσταμένου στο Γενικό Λογιστήριο του Κράτους ο σημερινός υπουργός Οικονομικών, είχε επιτελέσει σοβαρό έργο, συνιστώντας το 2012 ειδική Ομάδα Εργασίας στην οποία ανέθεσε την ευθύνη της ποσοτικής αποτίμησης των γερμανικών επανορθώσεων/ αποζημιώσεων και του κατοχικού δανείου. Πόσο υπολογίζεται σε σημερινά λεφτά ειδικά το τελευταίο;
Περί τα 13 δισ. ευρώ, κάτι λιγότερο δηλαδή από το μερίδιο της δανειακής «βοήθειας» που δόθηκε από την Γερμανία στην Ελλάδα στο πλαίσιο του Μνημονίου και της νέας Κατοχής, το οποίο θα αρκούσε ώστε να μειωθεί το χρέος χωρίς πρόσθετα μέτρα και περαιτέρω ύφεση. 

Πρόκειται για ένα θέμα με συγκλονιστικό ενδιαφέρον, το οποίο εδώ  και χρόνια σκοντάφτει πάνω στην άρνηση του γερμανικού κράτους να δεχθεί οποιαδήποτε νομική και πολιτική συζήτηση επ΄ αυτού, αλλά και στην απροθυμία των ψοφοδεών κυβερνήσεων- προ και μετά Μνημονίων- της χώρας να διεκδικήσουν σθεναρά από το Βερολίνο αυτά που δικαιούται η Ελλάδα. Το αναγκαστικό κατοχικό δάνειο, είναι «ο ελέφαντας στο δωμάτιο» που όλοι προσποιούνται ότι δεν τον βλέπουν και τον αξιοποιούν μονάχα για την εξυπηρέτηση κομματικών σκοπιμοτήτων στον εγχώριο πολιτικό ανταγωνισμό.

Είναι χαρακτηριστική επ΄ αυτού η καιροσκοπική στάση του ΣΥΡΙΖΑ. Έχοντας μόλις υποστεί μια βαρειά ήττα στις Ευρωεκλογές και ενώ η χώρα βάδιζε προς τις εθνικές κάλπες…θυμήθηκε ξαφνικά στις 4 Ιουνίου την Έκθεση της Διακομματικής Επιτροπής της Βουλής που αράχνιαζε τέσσερα χρόνια στο συρτάρι για να επιδώσει ρηματική διακοίνωση καλώντας τη γερμανική πλευρά να προσέλθει σε διαπραγματεύσεις για την επίλυση του εκκρεμούς ζητήματος των αξιώσεων της Ελλάδας από τη Γερμανία για την καταβολή πολεμικών επανορθώσεων και αποζημιώσεων από τον Πρώτο και τον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο.

Επρόκειτο φυσικά για μια άσφαιρη και σπασμωδική ενέργεια προεκλογικού χαρακτήρα, ένα φτωχό πυροτέχνημα που έσβυσε άδοξα μπροστά στα απόκοσμα τείχη του Βερολίνου που δήλωσε λακωνικά: «το θέμα είναι νομικά και πολιτικά διευθετημένο». 

Διεκδικήσεις τέτοιου βεληνεκούς απαιτούν ρήξεις και συγκρούσεις και φυσικά, εκτός από κενές διακηρύξεις, ένα συγκεκριμένο και μεθοδικό οδικό χάρτη αλλά και μια αποφασισμένη κυβέρνηση που εκτός άλλων, δεν θα ψελλίζει μισόλογα, αλλά, θα τολμήσει να εγγράψει και να ψηφίσει στον κρατικό προϋπολογισμό το ποσόν του κατοχικού δανείου και όλες τις δίκαιες απαιτήσεις των Ελλήνων σε βάρος της Γερμανίας.

Το πράγμα λοιπόν θα επέστρεφε και αυτήν τη φορά στη συνήθη στασιμότητα, σαν μια μακρυνή σκιά στις διμερείς σχέσεις, αφήνοντας την διαχείριση της λήθης σε κάτι «ευαγή» ιδρύματα με στομφώδεις τίτλους, όπως το «Ελληνογερμανικό Ταμείο για το Μέλλον», αν στο μεταξύ, δεν παρενέβαιναν απροσδόκητα οι ίδιοι οι Γερμανοί!

Με πρωτοβουλία του Κόμματος της γερμανικής Αριστεράς Die Linke- το οποίο και άλλες φορές στο παρελθόν έχει διατηρήσει «ζεστή» την υπόθεση- που υπέβαλλε σχετικό αίτημα, η Επιστημονική Επιτροπή του γερμανικού Κοινοβουλίου αποδέχθηκε ουσιαστικά στις 10 Ιουλίου, τρεις ημέρες δηλαδή μετά τη νίκη της ΝΔ στις εκλογές, την βασιμότητα των ελληνικών διεκδικήσεων. «Η θέση της Ομοσπονδιακής Δημοκρατίας της Γερμανίας είναι εύλογη κατά το Διεθνές Δίκαιο, αλλά σε καμία περίπτωση δεσμευτική» αποφάνθηκε η Επιτροπή, ενθαρρύνοντας την προσφυγή στο Διεθνές Δικαστήριο της Χάγης, προκειμένου να αρθεί η νομική αβεβαιότητα.

Για το θέμα του κατοχικού δανείου έχουν ειπωθεί τόσα πολλά, ώστε να έχει αποκτήσει υπέρμετρες έως τραγελαφικές διαστάσεις στη συλλογική μυθολογία. Όμως η λεγόμενη «Επιτροπή Σταϊκούρα», φρόντισε να διαλύσει τους μύθους και τις ανεδαφικές προσδοκίες, όσων το ταύτιζαν με το κέρας της Αμάλθειας, κάνοντας απλά τη «βρώμικη δουλειά» στην οποία βασίστηκε μετέπειτα η Διακομματική Επιτροπή της Βουλής.
Από τη θέση του αναπληρωτή, τότε, υπουργού Οικονομικών ο κ. Σταϊκούρας, αποφάσισε τον Σεπτέμβρη του 2012 να συσταθεί Ομάδα Εργασίας από ανώτερα στελέχη του ΓΛΚ στα οποία δόθηκε εντολή να ερευνήσουν σχολαστικά τα υπηρεσιακά αρχεία που αφορούσαν τους δύο Μεγάλους Πολέμους και να καταγράψουν το σχετικό υλικό που είχε περιπέσει στην μαύρη τρύπα του χρόνου. 

Το όλο εγχείρημα αποδείχθηκε γρήγορα ανηφορικό. Όπως θυμούνται μέλη της Ομάδας το αρχειακό υλικό ήταν διάσπαρτο σε διαφορετικά κτίρια και διευθύνσεις, αταξινόμητο-φυσικά ούτε λόγος για ψηφιοποίηση- έκθετο στη φθορά του χρόνου και του καιρού. Εντούτοις, τον Μάρτιο του 2013 η Ομάδα Εργασίας έφερε σε αίσιο πέρας το έργο της (εκτείνεται σε 761 φακέλους και δερματόδετους τόμους) και στη συνέχεια, αφού προηγήθηκε νομική τεκμηρίωση από το Νομικό Συμβούλιο του Κράτους, με νέα απόφαση Σταϊκούρα, συστάθηκε Ειδική Επιτροπή, αποτελούμενη από μέλη του ΓΛΚ, της ΤτΕ και του ΟΔΔΗΧ για τον ακριβή ποσοτικό προσδιορισμό των γερμανικών οφειλών.

Το έργο ολοκληρώθηκε 30 Δεκεμβρίου του 2014 και η Επιτροπή λογάριασε αναλυτικά ότι οι Γερμανοί χρωστάνε στην Ελλάδα, συνολικά 332 δισ. ευρώ σε τέσσερα μέτωπα διεκδικήσεων που αφορούν: το αναγκαστικό δάνειο, τις αποζημιώσεις θυμάτων που έχουν αναγνωριστεί, (εκτελεσθέντες, αιχμάλωτοι, φυλακισμένοι), στα οποία το 1962 καταβλήθηκαν ισχνές αποζημιώσεις, τις μαζικές σφαγές αμάχων όπως στο Δίστομο και στην Κάνδανο, αλλά και σε χιλιάδες μαρτυρικά χωριά που δεν έχουν ακόμα αναγνωριστεί και τις λεηλασίες και καταστροφές υποδομών που υπέστη η κατεχόμενη χώρα. Ειδικά για το κατοχικό δάνειο, η Επιτροπή υπολόγισε ότι σε τρέχουσες τιμές, αντιστοιχεί σήμερα σε ένα ποσόν γύρω στα 13 δισ. ευρώ. Και αν η παρούσα συζήτηση εστιάζεται στο δάνειο, συμβαίνει επειδή είναι άμεσα διεκδικήσιμο, χωρίς τις χρονοβόρες διαδικασίες που απαιτούν οι υπόλοιποι φάκελοι. (σ.σ: Το Βερολίνο τρέμει στο ενδεχόμενο να ανοίξει ο Ασκός του Αιόλου. Μόνο η Πολωνία, διεκδικεί από το 2018, ποσά κοντά στο 1 τρισ. ευρώ…). 

Οι ίδιοι οι Γερμανοί, πάντως, είχαν αποδεχθεί ρήτρα αναπροσαρμογής του δανείου, κάτι που θέτει ευθέως ζήτημα ανατοκισμού, ενώ, όπως αναφέρει ο πρώην υπουργός Οικονομικών Νίκος Χριστοδουλάκης που έχει συντάξει ευσύνοπτη και υποδειγματική μονογραφία, το δάνειο δεν είχε εμπράγματες εγγυήσεις  προκειμένου να περιληφθεί στις υλικές επανορθώσεις του 1945, ούτε ήταν σε γερμανικά ομόλογα ώστε να υπαχθεί στην διαγραφή του γερμανικού χρέους το 1953.
Οι αρχές Κατοχής απέφυγαν την συμβατική οδό καταγραφής, αφήνοντάς το εκτός προϋπολογισμού, με αποτέλεσμα το δάνειο να παραμένει 70 χρόνια τώρα ακέραιο, χωρίς να έχει υποστεί «κούρεμα».

Κατά την Επιτροπή, η ιδεώδης μέθοδος για την αποτίμηση του σημερινού ύψους του δανείου, θα ήταν να καταγραφούν οι κατηγορίες προϊόντων και οι αντίστοιχες ποσότητες που αφαίρεσαν από τη χώρα οι Γερμανοί με τα λεφτά του δανείου και να υπολογιστεί η αξία τους σε σημερινές τιμές, πράγμα όμως που είναι πρακτικά αδύνατον. Εναλλακτικά, εξετάστηκε η λύση της τιμαριθμικής αναπροσαρμογής η οποία επίσης αποκλείστηκε διότι ο υπερπληθωρισμός και η κατάρρευση της δραχμής (ήδη από την Κατοχή) όπως και οι ανώμαλες νομισματικές εξελίξεις που ακολούθησαν την Απελευθέρωση με τις απανωτές υποτιμήσεις του νομίσματος, οδήγησαν σε εξαιρετικά ασταθή και ασυνεχή πορεία του ελληνικού τιμάριθμου, ενώ και το μάρκο υποδεκαπλασιάστηκε στο τέλος του Πολέμου. Κάποιοι επέλεξαν τη λύση της μετατροπής του δανείου σε χρυσές λίρες, μέθοδο απολύτως ανακριβή, αφού η λίρα δεν είναι νόμισμα αλλά προϊόν και μάλιστα ευμετάβλητο στις διακυμάνσεις του χρυσού και συνεπώς δεν υπάρχει αντίστοιχο επιτόκιο.  

Για τους λόγους αυτούς η πιο αποδεκτή μέθοδος αποτίμησης αποδείχθηκε η μετατροπή των δραχμών σταθερής αγοραστικής αξίας σε ένα διεθνές νόμισμα, όπως είναι το δολάριο,  το οποίο αφενός δεν υπέστη ουσιαστικές επιπτώσεις από τον Πόλεμο και αφετέρου παραμένει ένα νόμισμα του οποίου η αξία και τα επιτόκια διαμορφώνονται ελεύθερα από την αγορά.  Την ίδια στιγμή το δολάριο αποτελεί και το μοναδικό νόμισμα για το οποίο υπάρχει συνεχής παρουσία στοιχείων αποδόσεων κρατικών χρεογράφων που εκδόθηκαν σε αυτό. Αρκεί να σκεφτεί κανείς ότι η αμερικανική αγορά κρατικών ομολόγων λειτουργεί αδιαλείπτως από το 1870 τόσο στο βραχυχρόνιο, όσο και στο μέσο και μακροχρόνιο τμήμα της καμπύλης αποδόσεων οι οποίες, ειδικά στον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο παρουσίασαν αξιοσημείωτη σταθερότητα.
Κατόπιν τούτων η Επιτροπή μετέτρεψε το αρχικό δραχμικό ποσό του δανείου σε δολάρια και στη συνέχεια προχώρησε σε εκτοκισμό αυτού του ποσού από τον Ιανουάριο του 1945 έως το τέλος του 2014, δηλαδή για 70 χρόνια.
Λόγω του μακροχρόνιου χαρακτήρα του δανείου επιλέχτηκε το επιτόκιο των 10ετών ομολόγων του Αμερικανικού Δημοσίου επειδή δεν υπάρχουν τίτλοι 30ετίας για όλη την υπό έρευνα περίοδο.
Η αξιοπιστία των εκτιμήσεων, παρατηρεί η Επιτροπή, είναι αδιαμφισβήτητη και μάλιστα χωρίς να περιλαμβάνει και άλλα ποσά που προστέθηκαν επίσης αυθαίρετα σαν έξοδα κατοχής. Σημαντικό είναι να ειπωθεί ότι οι Γερμανοί με τις τεράστιες αναλήψεις πιστώσεων προκάλεσαν τον κατοχικό υπερπληθωρισμό και την πλήρη εξάρθρωση και διάλυση της ελληνικής οικονομίας όχι μόνο στα χρόνια της Κατοχής, αλλά και τις δεκαετίες που ακολούθησαν την Απελευθέρωση- συνέπειες που μέχρι και σήμερα δεν έχουν υπολογιστεί επαρκώς.
Και υπόψιν, βεβαίως, ότι παρά την διεθνή αστάθεια, η ελληνική Οικονομία με βάση τα επίσημα στοιχεία, εισήλθε στον πόλεμο σε λίαν ικανοποιητική κατάσταση. Οι νομισματικές συνθήκες ήταν ευνοϊκές, τα δημόσια οικονομικά υγιή και το έλλειμμα του ισοζυγίου πληρωμών σημαντικά μειωμένο και κατά συνέπεια απουσίαζαν εντελώς οι προϋποθέσεις πληθωρισμού και πολύ περισσότερο υπερπληθωρισμού, ο οποίος ήταν αποτέλεσμα των ασυγκράτητων προκαταβολών που αποσπούσαν οι Γερμανοί καθημερινά από την ΤτΕ για να καλύπτουν τις δαπάνες Κατοχής.
Να σημειωθεί επίσης ότι οι Γερμανοί δεν ενεργούσαν χωρίς επίγνωση των συνεπειών. Είχαν υποστεί τις ανελέητες μέρες του υπερπληθωρισμού το 1923 και ως εκ τούτου γνώριζαν με ακρίβεια τις ολέθριες επιπτώσεις που προκαλούσαν οδηγώντας σε πλήρη διάλυση την ελληνική Οικονομία και ουσιαστικά τη χώρα χωρίς εθνικό νόμισμα.
Είναι ενδεικτικό ότι στο τέλος της βαρειάς Κατοχής οι αποταμιεύσεις και οι τραπεζικές καταθέσεις είχαν εξανεμιστεί πλήρως και η εμπιστοσύνη στο εθνικό νόμισμα και στις Τράπεζες είχε ολοκληρωτικά αποσυρθεί. Οι όποιες αποταμιεύσεις μετακατοχικά δεν κατευθύνονταν στις Τράπεζες αλλά σε επενδύσεις σε χρυσό και ακίνητα ή φυγαδεύονταν στο εξωτερικό, ενισχύοντας την άνιση κατανομή των συντελεστών παραγωγής, τις στυγνά κερδοσκοπικές συμπεριφορές και την μαζική μετανάστευση. (σ.σ: θυμίζουν κάτι αυτά, στα μολυβένια χρόνια που έζησε ο ελληνικός λαός την μνημονιακή περίοδο της οικονομικής Κατοχής;).
Δεν είναι λοιπόν το θέμα ότι «μαζί τα φάγαμε» με τους Γερμανούς, αν και κάποια σημερινά τζάκια, έλκουν την καταγωγή τους σε εκείνα τα χρόνια του ζόφου. Είναι ότι η Ελλάδα πλήρωνε για δεκαετίες τις συνέπειες του κατοχικού δανείου, καθηλωμένη στην καθυστέρηση και στην αβεβαιότητα που ενθάρρυνε ευκαιριακές οικονομικές συμπεριφορές με γνώμονα το βραχύβιο κέρδος και την αρπαχτή.
Η ανάπτυξη που ακολούθησε λοιπόν, κουβαλούσε όλα τα συμπτώματα μιας λεηλατημένης χώρας που συνέβαλε στο γερμανικό μεταπολεμικό θαύμα- όπως και σήμερα…- για να βυθιστεί στα χρέη και τις μακροοικονομικές ανισορροπίες που την οδήγησαν στην σκηνοθεσία του Καστελόριζου, παρία στην εξώπορτα μιας βλοσυρής κι αφιλόξενης Ευρώπης. Τι θα πράξει αλήθεια η σημερινή κυβέρνηση; Θα φανεί σε λίγο καιρό από σήμερα, όταν ο πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης διαβεί τις πόρτες της σιδηρόφρακτης καγκελαρίας για να συναντηθεί με την Άγκελα Μέρκελ.

Για την ιστορία, η Ειδική Επιτροπή που συνέστησε ο κ. Σταϊκούρας, απαρτιζόταν από τους:

-Παναγιώτη Καρακούση, συντονιστή, επίτιμο γενικό διευθυντή του ΓΛΚ
-Βασίλειο Μανεσιώτη, διευθυντή Οικονομικών Μελετών της ΤτΕ
-Βασίλειο Κατριβέση προϊστάμενο της Γενικής Διεύθυνσης συγχρηματοδοτούμενων προγραμμάτων από την Ε.Ε
-Στυλιανό Μαραβελάκη αν. προϊστάμενο της Γενικής Διεύθυνσης Δημοσιονομικών Ελέγχων
-Δημήτριο Τσάκωνα, νυν επικεφαλής του ΟΔΔΗΧ
-Γεωργία Χαλούλου, Εισηγήτρια, στέλεχος του ΓΛΚ.



Δεν υπάρχουν σχόλια: