Δευτέρα 19 Σεπτεμβρίου 2011

Ήμουν εκεί.

Όσοι βρέθηκαν σήμερα το απόγευμα στο πέταλο της 7Α στο γήπεδο του Πανιωνίου με τον ΠΑΟΚ, φτύνουν τον κόρφο τους που αποφεύχθηκε, την ώρα που το κακό έδειχνε να πλησιάζει με φόρα, μια μαζική τραγωδία.
Ήταν το ημίχρονο του αγώνα στη Νέα Σμύρνη-μια χρονική στιγμή διόλου τυχαία, αφού οι τηλεοπτικές κάμερες δε γράφανε…- όταν από το τίποτε και εντελώς αναίτια, μπουκάρανε τα αδελφάτα των ΜΑΤ εξαγριωμένα από τη σεξουαλική τους ιδιαιτερότητα, στην κερκίδα όπου καθόμασταν φιλήσυχα τα Παόκια κι αρχίσανε να πετάνε καταπάνω στον κόσμο, αδιακρίτως, που λένε στη γαμημένη τους γλώσσα, χημικά. Ξαφνικά, πανικόβλητο, ένα κοπάδι ανθρώπων που καθόντουσαν μέχρι τότε αμέριμνοι στις θέσεις τους, άρχισε από την αφόρητη ατμόσφαιρα, να ανεβαίνει ενστικτωδώς στα ψηλότερα και να συνωθείται, ανάμεσα στις ένστολες αδελφάρες και το κενό.
Εκείνη την ώρα, η κερκίδα των «φιλοξενουμένων» ήταν γεμάτη παιδιά. Άφησα το γιό μου να κλαίει και να φτύνει πρασινάδες στη φροντίδα μιας καλής οικογένειας και μαζί με άλλους πολλούς ΠΑΟΚτζήδες, πέσαμε μπροστά στα ΜΑΤ, ανάμεσα σε τσαμπουκαλεμένους πια οπαδούς και τις σκυλίτσες της Αστυνομίας, ώστε να επικρατήσει η λογική! Αυτό που είδα, μέσα στους καπνούς, ήταν κάτι κοντοκουρεμένοι και κάτωχροι τύποι που δεν τους ήξερε κανείς οι οποίοι, φωνάζοντας «Ντου», ρίχνανε καρέκλες προβοκατόρικα –παρότι προσπαθούσαμε να τους σταματήσουμε- στα κορίτσια των ΜΑΤ για να εισπράξει μετά, σαν… «φυσιολογική αντίδραση», ολόκληρη η κερκίδα βροχή χημικών.
Μέσα στο χαμό, γιατί από στησίματα κάτι ξέρω πια, πρόλαβε να μου κάνει εντύπωση, το πώς βρέθηκαν κάτι φωτοβολίδες στα χεράκια τους, όταν εμένα στην είσοδο, όπου μου κάνανε επιμελή σωματικό έλεγχο, δε μ΄ άφησαν να πάρω μαζί μου, ούτε καν το νερό του Ηλιάκου που κράταγα από το σπίτι για ν΄ αντέξει τη ζέστη.
Η αλήθεια, είναι μια: ΑΝ δεν άνοιγαν οι φιλότιμοι και συγκινητικοί ΠΑΝΙΩΝΙΟΙ που βρίζανε μαζί μας θεούς και δαίμονες, τη Θύρα 7 για να εκτονωθεί ο πανικός, θα είχαμε ποδοπατηθεί, αφού τα ΜΑΤ φέρνονταν σαν να μας άξιζε αυτή η φρικτή μοίρα!
Δεν είναι μόνο ότι Πανιώνιοι και Παόκια έχουμε σύμπνοια κι αλληλοσεβασμό. Ο κόσμος των Κυανέρυθρων, έβλεπε αγανακτισμένος την αναίτια αγριότητα και φώναζε αλληλέγγυος, «Μπάτσοι- Γουρούνια Δολοφόνοι»!!!
Ακόμα κι όταν όλη η κερκίδα παραμέρισε με δέος, βλέποντας ότι κρατώ με γυαλισμένο μάτι, τον ασθμαίνοντα 11χρονο γιό μου με το ένα χέρι αγκαλιά και με το άλλο να χτυπώ ο,τι κινείται μπροστά μου, ανοίγοντας ένα ανθρώπινο αυλάκι, μου την πέσανε πέντε σκρόφες Ματατζήδες έξω απ ΄το γήπεδο πουλώντας το ψευτονταηλίκι της ομάδας.
Δεν είμαι άνθρωπος που βρίζω τη μάνα κανενός. Ούτε και τώρα το΄ κανα. Ωστόσο αυτοί οι τρύπιοι, όπως κι ο ψυχάκιας επικεφαλής τους, πρέπει να βρούνε ένα νόμιμο τρόπο να εκτονωθούνε. Δεν είναι κακό να είναι ακροδεξιοί του ΠΑΣΟΚ, ομοφυλόφιλοι και θρήσκοι. Αρκεί να δώσουν στον εαυτό τους μια διπλή ευκαιρία…
Με απασχολεί παρόλα αυτά, στο τέλος της μέρας, ο λόγος που χρειάστηκε μια τόσο περιττή επίδειξη βαρβαρότητας.
Όσο κι αν μας θεωρούν δύσκολα μέταλλα- και είμαστε, λέω!- εμείς τα Παόκια, δεν προσδιοριζόμαστε από μερικούς τυχάρπαστους. Υποθέτω, όμως, ότι πολιτική ηγεσία και Αστυνομία, βάλανε μπροστά το ίδιο ξαναπαιγμένο έργο της απαγόρευσης-μετακίνησης- οπαδών και την πέσανε σε μας τους Παοκτζήδες, γιατί χάρη στα στερεότυπα που μεθοδικά έχουν καλλιεργηθεί, κουβαλούμε τις αμαρτίες αυτού του άθλιου κόσμου.
«Πάλι τα Παόκια τα σπάσανε» θα λέει βαρυεστημένα αύριο η… «φίλαθλη» και ζαβλακωμένη χώρα. Έλα όμως που (και) αυτήν τη φορά, δεν είναι έτσι…
Τέλος Πάντων. Συγγνώμη από τον υπουργό τους, τον Χρήστο Παπουτσή, εμείς οι «Μαύροι» δεν περιμένουμε. Ο άνθρωπος αυτός, έπαψε να ζει από τότε που δεν παραιτήθηκε στο ναυάγιο του «Σάμινα». Τώρα θα δείξει χαρακτήρα και φιλότιμο;
Επιμύθιο: Έχω καταφέρει να βγω απ΄ το Χημείο της Νέας Σμύρνης με τον Ηλιάκο στο δεξί μου χέρι και κατηφορίζω για το σπίτι λέγοντας σ΄ έναν διμοιρίτη των ΜΑΤ, που μου΄ βγαζε χυδαία τη γλώσσα ότι δεν πάω με άνδρες, αλλά έχω κάτι μερακλήδες Τουμπιώτες καρντάσια «που ευχαρίστως θα σε βολεύανε χαϊδοκώλη Νότιε!». Και πέφτω πάνω σ΄ έναν ωραίο τυπάκο απ΄ τα Σέρρας, ξενητεμένος κι αυτός σαν κι εμένα στην Αθήνα, ‘οπου ξερνάει στο πεζοδρόμιο παρέα με το γιό του. «Από μας θ΄ αρχίσει το κακό» μου λέει. «Όταν βγούμε εμείς στο δρόμο, καρντάση- οι νοικοκυραίοι αυτού του κόσμου- αλλοίμονό τους»!
Αμήν και πότε του λέω και δίνοντας τον Ηλία στη μάνα του, επιστρέφω στο γήπεδο.

2 σχόλια:

A8lios είπε...

Ε άιντε βγες καρντάση! Τί περιμένεις πια;;;

Γιώργος Χατζηδημητρίου είπε...

Τους νοικοκυραίους δε θα τους έχωμε ποτέ μαζί μας. Οργανωμένους στις γειτονιές, ν΄ αρνούμαστε το λογαριασμό της ΔΕΗ, γουστάρω.
Να κλείσουμε σπίτια ξενοίκιαστα που θα τα βάψουμε εθελοντικά, κι εκεί, οι φοιτητές των ανώτερων σχολών να διδάσκουνε δωρεάν, μαθηματικά, αρχαία, μουσική και ξένες γλώσσες, κλπ
Να΄χουνε κι ένα πιάτο μακαρόνια οι φτωχοί. Σ΄ αυτά είμαι μέσα!!!
Το πως δε βγαίνω έξω; Έξω βγαίνει κι η Παπαρήγα...