Σάββατο 16 Δεκεμβρίου 2006

Γιάννη μου

Ο Γιάννης Ε. Διακογιάννης πέθανε.
Το ύστατο χαίρε στο Β' Νεκροταφείο Αθηνών (Ριζούπολης) τη Δευτέρα στις 3 μμ. (εγγύτεροι σταθμοί ΗΣΑΠ: "Άνω Πατήσια" και "Περισσός")


Γεννήθηκε τον Ιανουάριο του 1957 στην Αθήνα. Τέλειωσε το Β’ Γυμνάσιο στην οδό Αχαρνών το 1974 και πέτυχε στο Τμήμα Ηλεκτρολόγων Μηχανικών του Πολυτεχνείου της Πάτρας.

Από τα φοιτητικά του χρόνια αναδείχθηκε σε δραστήριο στέλεχος της Νεολαίας ΠΑΣΟΚ και διετέλεσε υπεύθυνος Νεολαίας και Τύπου του κόμματος στη Αχαΐα, ενώ το 1976 εκλέχτηκε γραμματέας του Συλλόγου Φοιτητών της Πολυτεχνικής Σχολής Πάτρας.

Ξεκίνησε τα πρώτα του βήματα στη δημοσιογραφία το 1980, ως φοιτητής, συνεργαζόμενος με την εφημερίδα «Το Βήμα». Από το Νοέμβριο του 1981 μέχρι και τον Φεβρουάριο του 1987 ήταν υπεύθυνος του γραφείου της εφημερίδας «Τα Νέα» για τη Δυτική Ελλάδα με έδρα την Πάτρα. Στη συνέχεια, επιστρέφοντας στην Αθήνα πέρασε διαδοχικά από το ελεύθερο, το κοινοβουλευτικό και το πολιτικό ρεπορτάζ των «Νέων».

Τακτικό μέλος της Ένωσης Συντακτών Ημερησίων Εφημερίδων Πελοποννήσου και Ιονίων Νήσων, γράφτηκε στη συνέχεια στην Ένωση Συντακτών Ημερησίων Εφημερίδων Αθηνών (ΕΣΗΕΑ), στο πλαίσιο της οποίας αγωνίστηκε μαχητικά για την αξιοπρέπεια και τη διαφάνεια στο δημοσιογραφικό επάγγελμα.

Με εφόδια τη διαρκή ανησυχία του, την αγωνιστικότητα και το πάθος για έναν κόσμο ανεξάρτητο, ελεύθερο και κοινωνικά δίκαιο περιπλανήθηκε σε σχεδόν 100 χώρες από την Ευρώπη, την Αφρική, την Ασία, τη Βόρειο, Κεντρική και τη Λατινική Αμερική.

Κάλυψε για «Τα Νέα», με υψηλό αίσθημα δημοσιογραφικής ευθύνης και με κίνδυνο, συχνά, της ζωής του, τους πολέμους στη Γιουγκοσλαβία, στη Μέση Ανατολή, στο Αφγανιστάν και στο Ιράκ και βρέθηκε σε ριψοκίνδυνες δημοσιογραφικές αποστολές σε ταραγμένες περιοχές του πλανήτη.

Για τις ανταποκρίσεις του και τα καθημερινά του ρεπορτάζ, που μετέφεραν στον έξω κόσμο μια καθαρή και σταθερά προοδευτική ματιά, δέχθηκε πολλές διακρίσεις, ανάμεσα στις οποίες συγκαταλέγονται και τα βραβεία του Ιδρύματος Μπότση, του Ιδρύματος Ελένη Βλάχου, της ΕΣΗΕΑ και της Πανελλήνιας Ένωσης Ημερησίων Εφημερίδων Επαρχιακού Τύπου.

Παθιασμένος με τη δημοσιογραφία, την υπηρέτησε με απαράμιλλη εντιμότητα, συνέπεια και ήθος. Ανυπότακτος και χωρίς εκπτώσεις στην τήρηση των αρχών της δημοσιογραφικής δεοντολογίας δεν δίστασε να αντιπαρατεθεί με κάθε μορφής εξουσία.

Πολίτης του κόσμου και συνάμα ανιδιοτελής πατριώτης, συμπαραστεκόταν έμπρακτα στα όπου γης απελευθερωτικά κινήματα, δίνοντας ιδιαίτερη έμφαση στον αγώνα για μια ελεύθερη Κύπρο, την οποία όνειρό του ήταν να δει χωρίς στρατό κατοχής.

Στάθηκε πάντα στο πλευρό των ταπεινών και καταφρονημένων αυτού του κόσμου. Υπέρμαχος των ατομικών και κοινωνικών ελευθεριών, έδινε πάντα το παρόν σε κάθε μορφής πρωτοβουλία για την προστασία των ανθρώπινων αξιών και το απαραβίαστο της ιδιωτικής ζωής. Έφθασε μάλιστα μέχρι το βήμα της έδρας του ΟΗΕ όπου, ως εκπρόσωπος του Ιδρύματος Μαραγκοπούλου για τα Δικαιώματα του Ανθρώπου, κατήγγειλε την προσπάθεια διάλυσης της επιτροπής Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων του διεθνούς Οργανισμού.

Συγγραφέας τριών βιβλίων, τα έσοδα των οποίων διέθετε για πολιτικούς και κοινωνικούς σκοπούς. Το 1986 εκδόθηκε το έργο του «Στα Σύνορα της Φωτιάς», ένα οδοιπορικό στις χώρες της Κεντρικής Αμερικής με σημαντικές συνεντεύξεις που πήρε, μεταξύ άλλων, από τον Ντανιέλ Ορτέγκα, την Ορτένσια Αλλιέντε, κόρη του δολοφονημένου προέδρου της Χιλής, και τον Ερνέστο Γκεβάρα, πατέρα του θρυλικού επαναστάτη Τσε. Τα έσοδα της έκδοσης τα πρόσφερε για την ανάπτυξη της Παιδείας στη Νικαράγουα, την περίοδο που στην εξουσία βρισκόταν το νεοπαγές επαναστατικό κίνημα των Σαντινίστας.

Ακολούθησε το 1987 το «Μετά τον Τσε και τον Αλλιέντε», βιβλίο στο οποίο αφηγείται μια ακόμη περιπλάνησή του, αυτή τη φορά στη Λατινική Αμερική, όπου αναζήτησε την κοινή μοίρα που συνδέει τις χώρες αυτές με την μαρτυρική Κύπρο και την Ελλάδα, εξαιτίας των διαρκών παρεμβάσεων των ΗΠΑ.

Το 1992, με δικά του έξοδα, εκδίδει το βιβλίο «Δυο Φεγγάρια στην Αμερική», στο οποίο καταθέτει τις εντυπώσεις του από ένα ταξίδι 35 ημερών, στη διάρκεια του οποίου διέσχισε απ’ άκρη σ’ άκρη τις ΗΠΑ και τον Καναδά, καταγράφοντας με τον δικό του αυθεντικό τρόπο το σύγχρονο προφίλ της Βόρειας Αμερικής.

Χρέος τιμής για τον ίδιο ήταν και η επιμέλεια της έκδοσης του βιβλίου «Οι ανυπότακτοι της Σύμης», που έγραψε ο πατέρας του Ελευθέριος Γ. Διακογιάννης, ένας από τους αφανείς ήρωες του πατριωτικού αγώνα για την απελευθέρωση της Δωδεκανήσου από την Ιταλική κατοχή και την Αγγλική επικυριαρχία.

Άνθρωπος με βαθειά πολιτιστική καλλιέργεια -εξαίρετος πιανίστας ο ίδιος, μολονότι αυτοδίδακτος- πρωταγωνίστησε στην καθιέρωση δύο κορυφαίων πολιτιστικών θεσμών στην ελληνική περιφέρεια: Διαδραμάτισε πρωταρχικό ρόλο στο ξεκίνημα του Φεστιβάλ της Πάτρας το 1986 και υπήρξε ο εμπνευστής και ο δημιουργός από το 1995 μέχρι το 2002 του Φεστιβάλ στο ακριτικό νησί της Σύμης, γενέτειρα του πατέρα του, στο οποίο κατάφερε να ενώσει το καλλιτεχνικό όραμα σπουδαίων ανθρώπων απ΄ όλο τον κόσμο οι οποίοι συμμετείχαν αφιλοκερδώς.

12 σχόλια:

Ανώνυμος είπε...

Έχοντας γνωρίσει τον Γιάννη στα "Σύνορα της Φωτιάς", στο Μεξικό, και έχοντας έκτοτε δεθεί μαζί του με μια φιλία που ενισχύθηκε ακόμα και από ξαφνικούς θανάτους κοινών φίλων, δεν μένει τίποτε άλλο παρά να περιμένω την επόμενη συνάντησή μας στα "Σύνορα της Ζωής". Μαζί με τον Ερμή και τον Πέπε Κόουσο... Γιατί, συνεπής όπως πάντα, κάπου εκεί θα βρίσκεται ετοιμάζοντας ένα νέο βιβλίο, ένα νέο ρεπορτάζ μια νέα συνέντευξη. Η μόνη του ασυνέπεια θα είναι ότι θα απουσιάζει από το δείπνο που του υποσχέθηκε να του ετοιμάσει η Μαρία... Το δεκαήμερο, που έβαλε προθεσμία ο ίδιος, ούτε αρχίσει, ούτε θα τελειώσει ποτέ... Καλό ταξίδι, Γιάννη μου.

Ανώνυμος είπε...

Ενας σεμνός επαγγελματίας δημοσιογράφος με εξαιρετικές γνώσεις έφυγε για πάντα απο κοντά μας. Δεν έχω πολλά να πω...Τον γνώρισα εξ' αποστάσεως και μέσα απο την έντυπη δημοσιογραφική του δουλιά. Τα συλληπητήρια μου στους οικείους του μπορεί να μην αρκούν αλλά μόνο αυτό μπορώ να κάνω. Καλό ταξίδι κύριε Διακογιάννη το ήθος σας ας αποτελεί οδηγό για τους νέους δημοσιογράφους του πολιτικού ρεπορτάζ, της έντυπης και της ηλεκτρονικής δημοσιογραφίας. Οι φίλοι και οι φίλες του είμαι σίγουρος ότι θα τον θυμούνται για πάντα. Likely voter

Ανώνυμος είπε...

Δημοκρατία , ανθρώπινα δικαιώματα,αξιοπρέπεια , ανεξαρτησία γνώμης , ήθος , προσήλωση στη δεοντολογία, αγώνας ,ανθρωπιά. Ίσως όλα αυτά τα μεγαλειώδη να μην αρκούν να περιγράψουν τον Γιάννη.Θα λείψει σε όλους είτε φίλους του είτε αναγνώστες του.ΑΜΠ

Ανώνυμος είπε...

Δεν ξέρω και κανείς μας μάλλον δεν μπορεί να απαντήσει αν υπάρχει παράδεισος ... Ξέρω μόνο πως εύχομαι να υπάρχει... Γεμάτος "φως" ,μουσική και φίλους , πολλούς φίλους σαν κι αυτούς που αφήνει πίσω του ο Γιάννης... Μακάρι να βρεί καλό παρεάκι, να λέει τις ιστορίες απο τα ταξίδια του, να παίζει τη μουσική του, να τσακώνεται για την πολιτική και να γράφει.

Απλά και ανθρώπινα μας λείπει ...

Κ.Γ

Ανώνυμος είπε...

Γιάννη μου...
Έφυγες, όμως πριν, μας έδωσες άλλο ένα μάθημα αξιοπρέπειας και ήθους, όπως έκανες πάντα.
Κι έδωσες άλλη μια μάχη, όπως μαχόσουν σε όλη σου τη ζωή...
Θυμάσαι Γιάννη, πριν από χρόνια, στην παλιά την αίθουσα των κοινοβουλευτικών συντακτών;
Ήταν ξημερώματα, δυο τρεις είχαμε μείνει, η συνεδρίαση συνεχιζόταν.
"Αχ" αναστέναξες. "Τι είναι ρε Γιάννη", σε ρωτήσαμε με την Κατερίνα. Κι αρχίσαμε να σου τραγουδάμε: "Γιάννη μου το μαντήλι σου, τι το χεις λερωμένο..." Και σου άρεσε το τραγούδι παρά τα φάλτσα μας, γλύκανες, χαμογέλασες... "Κορίτσια, δεν μου λέτε και το υπόλοιπο;" μας είπες.
Κι έγινε το αστείο μας. "Γιάννη μου το μαντήλι σου..."
Γιάννη καλό ταξίδι. Σε κόσμους πιο καθαρούς, σαν αυτούς που ονειρευόσουν σε όλη σου τη ζωή...
Άννα

Ανώνυμος είπε...

Κύριε Διακογιάννη - πάντα έτσι σας έλεγα και πάντα με μαλώνατε που δεν μπορούσα να σας φωνάξω απλά Γιάννη - σας γνώρισα στη Βουλή πριν από 3 χρόνια και ποτέ δεν με κάνατε να αισθανθώ κατώτερή σας. Πάντα με αντιμετωπίζατε ως ίση, σαν να είχα και εγώ τα δικά σας χρόνια στη δουλειά, τις δικές σας γνώσεις και εμπειρίες.
Πριν από μια εβδομάδα μου κάνατε την τιμή και μου γράψατε μια συστατική επιστολή για την Ε.Σ.Η.Ε.Α. Δεν ήξερα. Αν ήξερα θα την ζητούσα αργότερα, για να σας κρατήσω λίγο ακόμα κοντά μας. Γράψατε πράγματα γεμάτα αγάπη, καλοσύνη και γενναιοδωρία. Γράψατε για ήθος, για ευγένεια, για σεμνότητα και εργατικότητα. Γράψατε για αρετές που - και -εσείς μου διδάξατε. ΣΑς ευχαριστώ. Μου μάθατε τι σημαίνει στην πράξη δύναμη ψυχής. Εσείς με συμβουλεύσατε να κοιτάξω και εγώ τα "δικά μου" - καταλαβαίνετε εσείς - και σας ευχαριστώ.Μου λέγατε "δεν πονάω" και ευχόμουν όλο αυτό να ήταν φάρσα. Φαίνεται ότι κάποιος σας χρειάζεται πιο πολύ κοντά του απ' ότι εμείς, για αυτό σας πήρε.
Θα μου λείψετε κύριε Διακογιάννη. Σας ευχαριστώ για όλα.
Σώτια

Ανώνυμος είπε...

Γιάννη μας,
Έφυγες νωρίς και μας λείπεις, μας λείπεις πολύ. Κοιτάζω το άδειο γραφείο και νομίζω ότι θα γυρίσεις να με κοιτάξεις και να μου χαμογελάσεις!
Θυμάμαι πόσο ζεστά με καλωσόρισες στη Βουλή όταν ήρθα πριν από χρόνια και όλες τις φορές που ήσουν δίπλα μου όταν χρειάστηκα την βοήθειά σου. "Γιάννη μου, πως να το γράψω αυτό;", σε ρωτούσα κι εσύ δεν μου είπες ούτε μια φορά "δεν μπορώ...". Κάποιες φορές σου τηλεφωνούσα, γύριζες, με κοίταζες και χαμογελούσες! Μου λείπει η γκριμάτσα που έκανες! Μου λείπει το χαμόγελο, η καλοσύνη και η ευγένειά σου. Θυμάμαι, την αγάπη σου για την Σύμη και το φεστιβάλ και τις ιστορίες που μου είχες πει ένα βράδυ από τα πολλά ταξίδια σου! Ακόμη και τις "κόντρες" μας θυμάμαι και μου λείπουν κι αυτές.
Μου λείπεις εσύ!

Καλό ταξίδι!

Ανώνυμος είπε...

Πονούσες πολύ αλλά δεν έλεγες να σταματήσεις τη δουλειά. "Γιατί δεν πας σπίτι σου να ηρεμήσεις λίγο;" σε ρώτησε η Μαρία. "Για μια αξιοπρέπεια ζούμε", απάντησες. Δευτέρα βράδυ και σε φίλησα γιατί θα έφευγα στο εξωτερικό. "Τι με φιλάς, εδώ θα είμαι όταν γυρίσεις", είπες.
Δεν είσαι. Αλλά Θα είσαι για πάντα "μάθημα ζωής".
Μαρίνα

Ανώνυμος είπε...

Γιάννη μου
Κάθε φορά που ξεκινούσα να γράψω ένα θέμα ερχόμουν στο γραφείο σου να σε συμβουλευτώ. Τώρα θέλω να γράψω για σένα αλλά δεν είσαι εδώ να σε ρωτήσω κι ότι κι αν γράψω θα είναι φτωχό και λίγο. Δεν ήσουν για μένα συνάδελφος αλλά αδερφός. Πώς να ξεχάσω τα βιβλία που μου έφερνες με τους όμορφους σελιδοδείκτες για να χαμογελώ στα δύσκολα. Πως να ξεχάσω τις «προσκλήσεις σου» σε όμορφα λαϊκά ταβερνάκια για παϊδάκια και σ’ εκείνο το ταβερνάκι στο Καβούρι που είχες ανακαλύψει. Η τελευταία παρατήρηση που μου έκανες ήταν όταν πήγα να κάνω μια παρανομία βγαίνοντας από το πάρκινγκ της Βουλής. « Δεν πρέπει να εκμεταλλεύεσαι το γεγονός ότι είσαι δημοσιογράφος και να θέλεις να πας από τον σύντομο δρόμο», μου είπες γλυκά. Κάθε φορά που γύριζες από ένα σου ταξίδι ερχόσουν τόσο χαρούμενος να μας μιλήσεις για τους ανθρώπους που συνάντησες.( Παρεμπιπτόντως για εκείνη την Αμερικανίδα με την οποία είχατε δώσει ραντεβού στο Κονγκό ,ποτέ δεν μάθαμε τι έγινε μεταξύ σας). Ήθελες να γνωρίσεις τον κόσμο. «Ενενήντα πέντε χώρες επισκέφτηκα», μου είπες με καμάρι πριν λίγες μέρες. Ήθελες να τις κάνεις εκατό. Δεν πρόλαβες, γιατί έφυγες νωρίς, άφησες πίσω σου όμως έναν ανεκτίμητο θησαυρό.
Θα είσαι πάντα στην καρδιά μου…
Κ.

Ανώνυμος είπε...

Η πρώτη γνωριμία με τον Γιάννη ήταν στο θλιβερό προαύλιο του 2ου Γυμνασίου, Αχαρνών και Χεϋδεν κάπου εκεί στη 5η τάξη. Τότε το 2ο ήταν ακόμη κάτω απ τη Πλ. Βικτωρίας, μέχρι και το Πολυτεχνείο. Μετά μεταφερθήκαμε στο Αρσάκειο, στην αρχή της οδού Αχαρνών. Καλός μαθητής, τυπικός στη δυνατή ομάδα της τάξης που "χτύπαγε" Πολυτεχνείο.
Ξαναβρεθήκαμε για λίγο στην Πάτρα και μετά χαθήκαμε τελείως στο μεγάλο χωνευτήρι της Αθήνας. Πέρασαν τα χρόνια και βρήκαμε την ευκαιρία ν αναπολήσουμε τις μαθητικές αναμνήσεις σ ένα ταξίδι στο Καζακστάν με τον Στεφανόπουλο. Δώσαμε την υπόσχεση να μαζέψουμε τους συμμαθητές αλλά δεν τα καταφέραμε...
Τώρα θα μας μαζέψεις εσύ Γιάννη. Εμείς όλοι θα σε θυμόμαστε όπως ήσουν εκείνα τα χρόνια, που το σκάγαμε απ τη Μετζελοπούλου για τις πρόβες στο Κύταρο.

Δ.Κ.

Ανώνυμος είπε...

Λίγα λόγια για τον Γιάννη
Αυτή την ώρα, το πιάνο του Γιάννη Ε. Διακογιάννη, καπνισμένο απ΄ την αγαπημένη του παρουσία και φορτωμένο τη σεπτή του μνήμη, αρμενίζει με σημαία μεσίστια για την πατρογονική Σύμη.
Και μεις που μαζευτήκαμε τούτη τη μουντή μέρα να χαιρετίσουμε τα μάτια του για τελευταία φορά, ψάχνουμε θρηνώντας τον αδελφό μας, που να χωρέσει στ΄ αλήθεια μια τόσο καταλυτική απουσία.
Σ΄ όλη του τη ζωή, προσπαθούσε να υψώσει τους ταπεινούς από τη σκόνη. Ευαίσθητος, ακέραιος, αξιοπρεπής. Σκέφτομαι μήπως θα έπρεπε να αναρωτηθούμε γιατί αυτός ο γενναίος άνδρας που κατέφασκε στη ζωή, έφτασε να πάρει μόνος του τον δρόμο για την έρημη κοιλάδα του θανάτου.
Σκέφτομαι πόσες φορές άραγε βάδισε «όρθιος και μόνος» αλλά ποτέ μοναχικός απέναντι στην καταθλιπτική ερημία που θέλουν να συνηθίσουμε όσοι επιβάλλουν τους όρους τους σε αυτόν τον βρώμικο πόλεμο που καταντά πολύ συχνά να είναι η ενημέρωση. Και πόσες ακόμα φορές, έδωσε τις μάχες του επίμονα και με αξιοπρέπεια, πίσω από τα κλειστά γραφεία, απέναντι στη χοντροκομμένη και ανελέητη διευθυντική εξουσία…
Για μια παράγραφο εμβόλιμη που αλλοίωνε το κείμενό του. Για όσες φορές του κλέψανε το ρεπορτάζ και το δημοσιεύανε με υπογραφή άλλου…Για όσες ειδήσεις μάτωσε να βγάλει και δεν δημοσιεύθηκαν ποτέ στο χαρτί, επειδή η εφημερίδα είχε πάντοτε «άλλες, πιο σημαντικές προτεραιότητες»…
Ο ίδιος κράτησε πάντοτε τις σχέσεις του και τις διαφωνίες του-κυρίως αυτές- σε ένα απαράμιλλο αισθητικό ύψος. Και μπορούσε πάντα με συγκατάβαση και ευγένεια να συγχωρήσει πολλά, γιατί είχε την βαθύτερη σοφία να συμπονά και να συμμερίζεται την περιπέτεια της ανθρώπινης ύπαρξης. Το μόνο που δεν συγχωρούσε, ήταν το άδικο. Είχε μπέσα, φιλότιμο, καλοσύνη. Πλάϊ στο Γιάννη μάθαινε κανείς να σκέφτεται απλά και να γίνεται λίγο ψηλότερος, για να μη ξαναγυρίσει το ανθρώπινο είδος στα δένδρα.
Έζησε τον βίο του σεμνά χωρίς επίδειξη με μια συστολή που άγγιζε σχεδόν τα όρια της ιδιοτροπίας, αλλά αυτός ήταν ο φίλος μας. Ο ευθυτενής τρόπος που στάθηκε πάνω στη γη δεν χαρακτηρίζει μόνο τον ίδιο. Σημαδεύει όσους άγγιξε η ευεργετική του αύρα. Πέρασε από το μικρό φωτεινό διάλειμμα της ζωής αρματωμένος με αγάπη και δύναμη σαν δίκοπο ξίφος. Δεν στόλισε ποτέ τα λόγια του για να αρέσει. Δεν έσκυψε ποτέ υπάκουα την κεφαλή του. Δεν διανοήθηκε να κλίνει το γόνυ σε καμιά εξουσία. Είχε διαλέξει να είναι ανυποχώρητα και μαχητικά με τη μεριά των αφανών και των αδυνάμων. Και μπορούσε την ίδια στιγμή να παραμερίσει για να περάσει η ομορφιά και η χάρη συγκινημένος και με τις αισθήσεις του επαναστατημένες.
Ο χαμός του μας αφορά όλους. Γιατί ότι ήξερε το μοιραζόταν μαζί μας και με τους άλλους. Γιατί δεν θαμπώθηκε ποτέ από το χρήμα. Γιατί ήταν ολιγαρκής αλλά ποτέ πένης. Ο πλούτος που άφησε πίσω του, ήταν το κουράγιο, η εγκαρτέρηση κι η περηφάνεια του. Ήταν τα μακρινά ταξίδια του στον κόσμο και οι στέρεες σχέσεις που έχτισε με αφοσίωση, γενναιοδωρία και με ευθεία κρίση.
Όσοι αντιλαμβάνονται τη ζωή σαν διαδοχή, λένε «φτιάξε έναν άνδρα κι έπειτα συμφιλιώσου με τον θάνατο». Ο Γιάννης έφτιαξε πολλά περισσότερα. Έκανε τα λόγια του παιδιά πολλών ανθρώπων. Γι΄ αυτό η απουσία του αυτές τις δύσκολες ώρες, μετράει κάτι παραπάνω…Και είναι σαν ξαφνικά να άνοιξε ένα παράθυρο βορεινό που μπάζει στη ζωή μας αέρα κρύο.
Αυτός ο ξεχωριστός άνθρωπος που πολύ αγαπήθηκε και πολύ αγάπησε, παίρνει σε λίγο τη θέση του στις αρματοδρομίες των ουρανών, ανάμεσα σε εκείνους τους ολίγους εκλεκτούς, τους «ποτέ από χρέος μη κινούντες».
Και είναι νομίζω δίκαιο στη μνήμη του, να προσπαθήσουμε να σταθούμε αντάξια στο ύψος των αισθημάτων μας απέναντί του.
Λίγο καιρό προτού φύγει, τον είχε συγκινήσει όπως εξομολογούνταν ένα μήνυμα που του ΄στειλε ένας φίλος. Έλεγε συγκεκριμένα «είσαι ένας και είναι πολλοί. Αλλά δεν είσαι μόνος σου και αυτό δεν το ξέρουν!..».
Καλό ταξίδι σύντροφε…
Γιώργος Χατζηδημητρίου

Ανώνυμος είπε...

Οργή και θλίψη προκαλεί σε όλους εμάς που αποχεραιτίσαμε πριν απο λίγο το Γιάννη ότι σήμερα στα ΝΕΑ δεν υπήρχε ούτε μια κουβέντα καρδιάς για τον άνθρωπο που μοχθούσε όσο λίγοι για την εφημερίδα.
Περιορίστηκαν να αναπαράγουν τα όσα έψαξε βρήκε και έβαλε στα " Εδρανα" ο Πέτρος με τη συνδρομή και άλλων συναδέλφων του κοινοβουλευτικού.
Ενα άθλιο κατασκεύσμα χωρίς το παραμικρό συναίσθημα για το δικό τους άνθρωπο για το δικό τους δημοσιογράφο.
Ευτυχώς ανακαλύψαμε το δικό μας Γιάννη στα όσα έγραψε ο Στάθης στην Ελευθεροτυπία.

Κ.Γ