Δευτέρα 23 Οκτωβρίου 2006

Από την Άσπρη Λέξη (γραμματικές επισημάνσεις)

Η ορθογραφία της παθητικής μετοχής
Η παθητική μετοχή τελειώνει σε:
α) -μένος (με ένα μ): συνήθως (π.χ. δεμένος < δένομαι) β) -μμένος (με δύο μ): στα ρήματα με χαρακτήρα π, β, φ, φτ, πτ (π.χ. γραμμένος < γράφομαι) γ) -ημένος (με η): στα ρήματα της δεύτερης συζυγίας (π.χ. αγαπημένος < αγαπιέμαι) δ) -σμένος: σε ρήματα της πρώτης συζυγίας και σε μερικά της δεύτερης (π.χ. χτισμένος < χτίζομαι, δυστυχισμένος < δυστυχώ). Το ι, η, υ, ει, οι που έχουν τα ρήματα της πρώτης συζυγίας στην παραλήγουσα της οριστικής ενεστώτα διατηρείται και στη μετοχή (π.χ. δροσισμένος < δροσίζομαι, δακρυσμένος < δακρύζω). ε) -ωμένος (με ω): όταν τονίζεται στην παραλήγουσα (π.χ. τεντωμένος < τεντώνομαι) στ) -όμενος (με ο): όταν τονίζεται στην προπαραλήγουσα (π.χ. ενδιαφερόμενος < ενδιαφέρομαι) ζ) -ώμενος (με ω): όταν τονίζεται στην προπαραλήγουσα (π.χ. εκτιμώμενος < εκτιμώμαι)


Το «ότι» και το «ό,τι»

Το «ότι» χωρίς υποδιαστολή είναι ειδικός σύνδεσμος:
π.χ. έλεγε ότι θα 'ρθει
Το «ό,τι» με υποδιαστολή είναι αναφορική αντωνυμία:
π.χ. ρωτούσε ό,τι (= όποιο πράγμα) ήθελε
ό,τι (= αυτό που/το οποίο) επιθυμείς θα γίνει


Λέξεις που γράφονται ενωμένες

Ενωμένες - σε μια λέξη, χωρίς απόστροφο - γράφονται μεταξύ άλλων οι εξής λέξεις (που προέρχονται από δύο λέξεις):
Απαρχής, απεναντίας, απευθείας, αφότου, δεκατρία (έως δεκαεννέα), ειδάλλως, ενμέρει, ενόσω, εντάξει, εξάλλου, εξαρχής, εξίσου, επικεφαλής, επιπλέον, εφόσον, καθαυτό, καθεξής, καθετί, καταγής, κατευθείαν, κιόλας, μεμιάς, μολαταύτα, μόλο (που), ολωσδιόλου, προπάντων, υπόψη, ωστόσο.

Το αριθμητικό «δύο» ως πρώτο συνθετικό
Το απόλυτο αριθμητικό «δύο» κατά τη σύνθεση λέξεων, όταν χρησιμοποιείται ως πρώτο συνθετικό, γίνεται:
α) δι- : π.χ. διπρόσωπος, δίστιχο .
β) δισ- : π.χ. δισεκατομμυριούχος .
γ) δυ- : π.χ. δυαρχία .
Δεν πρέπει να συγχέεται το δισ- (από το δύο) με το αχώριστο μόριο δυσ- που σημαίνει « δύσκολα», «άσχημα»: π.χ. δυσεύρετος (= αυτός που δύσκολα βρίσκεται), δύστυχος (= αυτός που έχει κακή τύχη) κ.τ.ο.


Ο τονισμός των μορίων «που» και «πως»

Το «που» και το «πως»:
α) δεν παίρνουν τονικό σημάδι, όταν μπορούν να αντικατασταθούν από ισοδύναμες λέξεις που λειτουργούν κατά τον ίδιο τρόπο μ' αυτά:
π.χ. οι άνθρωποι που (= οι οποίοι: αναφορική λειτουργία) βρέθηκαν εκεί τα άκουσαν όλα
τότε που (= όταν: χρονική σημασία) με άκουσες, θυμάσαι ότι πέτυχες
χαίρομαι που (= επειδή: αιτιολογική σημασία) σε βλέπω
ξέρω πως / που (= ότι: ειδικός σύνδεσμος) δε θα 'ρθει, κι όμως τον περιμένω
τόσο πολύ κουράστηκε, που (= ώστε: συμπερασματική σημασία) κάποια στιγμή τον εγκατέλειψαν οι δυνάμεις του
β) παίρνουν τονικό σημάδι, όταν δε μπορούν ν' αντικατασταθούν από ισοδύναμες λέξεις:
π.χ. ρωτούσε πού (: ερωτηματικό) τον γνώρισε
δεν ήξερε πώς (= με ποιον τρόπο: τροπικό επίρρημα) να περάσει την ώρα του
τον περίμενε πώς και πώς
έρχεται πού και πού

Δεν υπάρχουν σχόλια: