Παρασκευή 12 Οκτωβρίου 2018

(καθυστερημένο μεν, αλλά) Για την Παγκόσμια Ημέρα των Ζώων.
Ωδή, στην καλύτερή μου φίλη!
Ωδή στην καλύτερή μου φίλη
Αν εξαιρέσεις ότι την έχω κάνει παθητική καπνίστρια, δεν περνά και άσχημα μαζί μου.
Εννοείται ότι δεν άπλωσα ποτέ χέρι απάνω της. Κι ούτε την έχω μαλώσει ποτέ. Μέσα στα χάδια την έχω. Κάνουμε πρωί- βράδυ, τις υποχρεωτικές μας βόλτες. Δικαίωμά της. Κι ύστερα γυρίζουμε σπίτι και μαγειρεύουμε παρέα, αποκλειστικά για πάρτη της. Με τον καιρό, έγινε ο μυστικός δεσμός μου.
Δεν έχω μιλήσει σε άλλην με τόση τρυφερή αφοσίωση. Κι εκείνη με κοιτά με υγρά μάτια. Την αποκαλώ σιωπηλή πριγκίπισσα. Γιατί μια σπάνια συμπάθεια είναι διαλυμένη στο αίμα της και μεταγγίζεται στοργικά και στο δικό μου και, αυτόχρημα μου καταργεί τον εγωισμό. 
Τη φωνάζω Μελού. Για την ακρίβεια, έτσι την βάφτισε ο γιος μου. Επειδή έχει κάτι υπέροχα στίγματα σε γήινους τόνους «παστέλ». Μια κινούμενη κιμωλία. Και την πήρα 7 μηνών από τα αδέσποτα στο πάρκο της Νέας Φιλαδέλφειας. Την είχε πριν μια οικογένεια. Αλλά σύντομα τα παιδιά τη βαρέθηκαν, γιατί το να έχεις μια σκυλίτσα στο σπίτι δεν είναι παιχνίδι. Είναι ευθύνη. Πάλι καλά που την γύρισαν πίσω. Μου φαίνεται πως δεν θα ξεπεράσει ποτέ το τραύμα αυτής της εγκατάλειψης. Γιατί κάθε φορά που αρματώνω για τον Βορά, κλαίει γοερά πίσω από το αυτί μου μέχρι τα πρώτα διόδια. Μετά, κι αφού έχει πειστεί ότι δεν θα την αφήσω κάπου ενδιάμεσα, ξαπλώνει αυτοκρατορικά την κορμάρα της στο πίσω κάθισμα και ηρεμεί. Α, ρε Μελού, γυρίζω και της λέω τότε. Μέρα Πάσχα είσαι γεννημένη…
Στην παραλία της Αίγινας- το έχω δει με τα μάτια μου-μαζεύονται απεριποίητα και  ξαφνιασμένα, σκυλιά που τα έχουν παρατήσει άκαρδα και χωρίς καμία τύψη οι σκαφάτοι «κάτοχοί» τους κι αγναντεύουν λυπημένα το πέλαγος περιμένοντας. Ναι, έχω πειστεί τώρα γι΄ αυτό, τα σκυλιά λυπούνται. Η δικιά μου αναστενάζει θλιβερά και με ασήκωτο βάρος κάποιες φορές στον ύπνο της, σε ανάμνηση ποιος ξέρει ποιών παλαιών υποθέσεων. Ίσως θρηνεί ένα απροσδιόριστο κυτταρικό παρελθόν, όπου τριγύριζε στα βουνά αδάμαστη και ελεύθερη. Δεν πρόκειται όμως, να μου το πει ποτέ. Κρατά φυλαγμένα καλά τα μυστικά της. Γιατί έχει μια σοφία που συγγενεύει ή υπερβαίνει τα ανθρώπινα.  
Οι γάτες είναι άφιλες. Αυτή όμως, με εξανθρωπίζει. Καταλαβαίνει ότι έρχομαι σπίτι από δυό τετράγωνα μακριά και ορμάει ξύνοντας την εξώπορτα να με προϋπαντήσει. Κι όταν ξυπνάω το πρωί, πηγαίνει και κουρνιάζει ασφαλής και θριαμβευτικά στο μαξιλάρι μου.
Η αγάπη μας είναι αμοιβαία και δεν έχει μεσάζοντες, ούτε ξενοκοιτάγματα. Είμαστε αμοιβαία πιστοί. Εκείνη, αυτάρεσκα το ξέρει, αφού πρώτα με μυρίσει φιλύποπτα κάθε βράδυ. Έχουμε αφοσιωμένη σχέση, λέμε αφού. Και αυτή στηρίζεται στην ακατάλυτη δύναμη της συνήθειας. 
Το μόνο που ίσως δεν ξέρει-και δεν είμαι ακριβώς βέβαιος ούτε γι΄ αυτό, όταν την κοιτάω στα μάτια- είναι πόσο λυπάμαι προκαταβολικά που θα θρηνήσω κάποια στιγμή στον χρόνο, τον θάνατό της. Πόσο θα λυπηθώ τότε για όσα θα πάρει οριστικά μαζί της, παίρνοντας μαζί της για πάντα και ένα κομμάτι του φωτεινού εαυτού μου και λιγοστεύοντας και την άχαρη ζωή τη δική μου, σαν να προοικονομούμε κατά κάποιον τρόπο, ο ένας τον θάνατο του άλλου.


Δεν υπάρχουν σχόλια: