Πέμπτη 11 Οκτωβρίου 2018

Επιστρέφοντας σπίτι…

Την πολιτική, αν δεν έχεις κάποιο,- υποτυπώδες έστω…- πρόγραμμα, δεν την μαθαίνεις εν κινήσει. Γιατί τότε, τα δύστροπα γεγονότα σε ξεπερνάνε. Στο σημείο που βρισκόμαστε τώρα, δεν υπάρχουν και πολλά που θα μας έκαναν σοφότερους.

Επιστρώσεις στην αβεβαιότητα και τη στεναχώρια μας προστίθενται. Κατά τα άλλα, όλα είναι κουκιά μετρημένα. Βγήκαμε από τα Μνημόνια, αλλά όχι από την κρίση. Το μαρτυρούν η υποτονική παραγωγικότητα και οι χαμηλές επιδόσεις της χώρας σε όλα τα επίπεδα. Κι άμε τώρα να δανειστείς απ΄τις αγορές... 

Θέματα σπουδαία, όπως ας πούμε, η ανάπτυξη εγχώριας βιομηχανίας-το περιβόητο νέο παραγωγικό πρότυπο που ακόμα (κατα)ζητείται…- ο χωροταξικός σχεδιασμός, το οξύ δημογραφικό που συνιστά μείζονα μεταβλητή εθνικής ισχύος, η διαχείριση των υδάτινων πόρων, η αγροτική παραγωγή, η κτηνοτροφία, η επεξεργασία των σκουπιδιών, η πολιτική για το φάρμακο που μας έχει κοστίσει τον κούκο για αηδόνι, για να περιοριστώ σε αυτά, απουσιάζουν από τον δημόσιο διάλογο.

Αντ΄ αυτών, το πάνω χέρι έχουνε πάρει οι προσβολές και οι αναιδείς προσωπικές επιθέσεις επειδή ακριβώς (και) ο νέος δικομματισμός, παίζει στην ίδια πλευρά του γηπέδου και οι διαφορές είναι ανάγκη να επινοούνται, αφού επί της ουσίας δεν υπάρχουν.

Ούτε καν μια στοιχειώδης ευπρέπεια, λίγη ευγένεια στο Πρόσωπο του Άλλου ρε αδερφέ. Κι όπου τη συναντάς, είναι εξαίρεση…
Δυσάρεστο, ίσως, για κάποιους, αλλά μόνο το ΚΚΕ- ναι αυτό το ΚΚΕ με τις συγκινητικές αρετές του αλλά και τις βαρειές αντινομίες του- κάνει Αντιπολίτευση Αρχών.

Μετανοιώνω, εκ των υστέρων, που «σκοτώθηκα» στην αίθουσα των κοινοβουλευτικών συντακτών με τον τότε υπουργό Οικονομικών Γ. Παπακωνσταντίνου το «μακρυνό» 2009, ο οποίος λίγα λεπτά νωρίτερα, είχε παραδεχθεί αφοπλιστικά από το βήμα πως «δυστυχώς το μόνο εθνικό σχέδιο που διαθέτουμε, είναι το σχέδιο των δανειστών». (σ.σ: Παρεμπιπτόντως, εκείνη την ώρα, αν δεν με είχε σχεδόν σύρει έξω από την αίθουσα τραβώντας με από το πέτο για να μου πει «τι κάνεις ρε; Έλα στα συγκαλά σου!», ο αδερφός και άξιος συνάδελφος Γ. Τ ίσως και να είχα χάσει τη δουλειά μου νωρίτερα. Με γλύτωσε από το να έχω το φωτοστέφανο του ηλιθίου…).

Η χώρα συνοπτικά, παραπαίει. Δίχως ζωτικές προβολές στο μέλλον, χωρίς βάσιμες διεκδικήσεις και ιεραρχημένους στόχους, χωρίς προτεραιότητες. Στην κόπωσή μας, που ακόμη κι αυτή έχει παληώσει, για τους «προηγούμενους» στηρίζονται οι κάθε «επόμενοι». Αλλά, τώρα πια, χωρίς ελπίδα. Και γι΄ αυτό τα παιδιά μας και ό,τι καλύτερο έχωμε, παίρνουν των ομματιών τους…  

Άμα σταματήσεις δέκα ανθρώπους στον δρόμο και τους ρωτήσεις τι πρόγραμμα έχει η Νέα Δημοκρατία και ο Κυριάκος, οι… ένδεκα θα σηκώσουν αμήχανα τους ώμους.

Πως θα αντιμετωπιστεί το αβάσταγο-δημόσιο και ιδιωτικό- χρέος, η «βόμβα» κατά τα δημοσιογραφικά κλισέ, του ασφαλιστικού, το χαώδες φορολογικό σύστημα που επιτρέπει σε κάθε αγύρτη να χλευάζει εμάς που αιμορραγούμε καθημερινά μπροστά στο ταμείο του Έφορα, η πολυνομία και η κακονομία, το ανυπέρβλητο Δημόσιο, όπου ό,τι λειτουργεί οφείλεται στο κινητήριο Φιλότιμο των (λοιδορούμενων) υπαλλήλων του, οι καθυστερήσεις στην απονομή της Δικαιοσύνης και η μετατροπή της Παιδείας σε λίκνο της Γνώσης;
Οι απλοί άνθρωποι μιλάνε και προβληματίζονται και ερίζουν γι΄ αυτά στα «καφενεία της Επικράτειας», όπως έγραφε κι ένας παληός.  

Μονάχα η πολιτική… «ελίτ» της χώρας καθεύδει. Γιατί, όπως μου έλεγε ο σοφός και επιγραμματικός παππούς μου που μίλαγε κυρίως με παροιμίες «όταν ο Θεός θέλει να χαθούν τα μυρμήγκια, τους δίνει φτερά και πετάνε».

Αυτοί οι ανεκδιήγητοι τύποι, υπακούοντας όπως συμβαίνει παντού στον πλανήτη, στα κελεύσματα και τις σκαιές υποδείξεις των Τραπεζών και του χρηματιστηριακού κεφαλαίου, βαφτίζουν με ανυπόφορη ευκολία, «λαϊκισμό» κάθε αίτημα για κοινωνική Δικαιοσύνη που προβάλλουμε, μήπως και να μας γνέψει κι εμάς κάπως φιλικότερα αυτή η σύντομη ζωή.

Δεν έχουνε πάρει προφανώς χαμπάρι για τα υπόγεια ρεύματα που σαρώνουν τις κοινωνίες. Και νομίζουν πως θα τη γλυτώσουν φθηνά, με εύκολους αφορισμούς. Προφανώς και οι «αντισυστημικές» δυνάμεις, είναι μέρος του πιο σκληρού πυρήνα του συστήματος. Αλλά, αυτό, διόλου δεν τους ενοχλεί. Επειδή και αυτοί, είναι αναπόσπαστο μέρος του.

Η «δική» μας χούντα λόγου χάρη, παρέλαβε μια ανυπόληπτη Δεξιά γύρω στο 33% και την παρέδωσε «άσπιλη» και «αμόλυντη» (ντεμέκ) στα χέρια του… «Εθνάρχη» με κοντά 55% και 220 έδρες στο Κοινοβούλιο.

Δεν μας απομένει τίποτε άλλο, λέω, παρά η προσωπική στάση. Δεν είναι λίγο. Παράγεται συν τω χρόνω, συλλογικό ήθος. Κι αυτό, ίσως μπορέσει τελικά, να μας οδηγήσει κάπου.  



Δεν υπάρχουν σχόλια: